«Δεν καταλαβαίνω τι λέει το παιδί μου. Πώς να το βοηθήσω;»
Όλοι έχουμε βιώσει στιγμές επικοινωνιακής αδυναμίας. Μπορεί να πούμε μια λάθος λέξη ή να δυσκολευτούμε να εξηγήσουμε αυτό που θέλουμε. Όταν μιλάμε ελεύθερα για αυτές τις δυσκολίες μας, μεταφέρουμε στα παιδιά ότι όλοι κάνουμε επικοινωνιακά λάθη κάποιες φορές. Ως συνομιλητές οφείλουμε να προάγουμε ένα περιβάλλον αποδοχής και ασφάλειας, χωρίς ανεπιθύμητες πιέσεις. Εάν δοκιμάσουμε να δώσουμε μια άστοχη απάντηση ή μπερδέψουμε τα λόγια μας και στη συνέχεια πούμε, για παράδειγμα, «Ουπς! Θα προσπαθήσω πάλι!», αυτόματα, το παιδί με δυσκατάληπτη ομιλία ή διαταραχή λόγου, το οποίο συχνά-πυκνά επαναλαμβάνει ό,τι έχει ήδη πει ώστε να το καταλάβουν οι άλλοι, απενοχοποιείται.
Το παιδί μάλλον γνωρίζει ότι, κάποιες φορές, δυσκολευόμαστε να το καταλάβουμε. Ας δοκιμάσουμε να μειώσουμε τις ερωτήσεις και να αυξήσουμε τα θετικά σχόλια αναφερόμενοι, για παράδειγμα, στη δραστηριότητα με την οποία ασχολείται, και εμψυχώνοντάς το γλαφυρά. Καλό είναι να διαχειριζόμαστε την ομιλία του παιδιού με ειλικρίνεια και ευαισθησία. Μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη δυσκολία λέγοντας: «Με συγχωρείς, δεν το κατάλαβα… μπορείς να το πεις αλλιώς;» ή «Μήπως να δοκιμάσεις άλλες λέξεις για να με βοηθήσεις να καταλάβω;». Εάν το παιδί απογοητεύεται ή επιχειρεί να «εγκαταλείψει» την προσπάθεια, το ενθαρρύνουμε να επιμένει και να εμπλουτίζει τον λόγο του με χειρονομίες και οποιονδήποτε άλλον τρόπο μπορεί να επινοήσει και από μόνο του. Επιβραβεύουμε τις προσπάθειές του και δείχνουμε το ενδιαφέρον μας αλλά και την πρόθεσή μας να περιμένουμε ώστε να μας μεταφέρει το μήνυμά του. Δεν συμπληρώνουμε τις προτάσεις του.
Καλό είναι να αποφεύγουμε να του ζητάμε να επαναλάβει ό,τι έχει πει. Ίσως να μπορεί να διευκρινίσει τα μέρη της πρότασης που δεν έχουμε καταλάβει. Επαναλαμβάνοντας εμείς οι ίδιοι ό,τι μας λέει επιβεβαιώνουμε ότι το ακούμε πραγματικά. Όταν απαντάμε σε αυτό που λέει το παιδί, δε διορθώνουμε την άρθρωσή του ή τις προτάσεις του – απλώς επαναλαμβάνουμε καθαρά και μορφοσυντακτικά ορθά, ό,τι λέει. Για παράδειγμα το «Είνα μαγάλα ατίτητο!» επαναλαμβάνεται ως «Ναι, είναι μεγάλο το αυτοκίνητο!».
Προσέχουμε τι ερωτήσεις κάνουμε. Οι «Ναι/ Όχι» ερωτήσεις είναι βοηθητικές. Ακόμα καλύτερες όμως είναι οι ερωτήσεις επιλογής. Σε πολλές περιπτώσεις είναι προτιμότερο να αποφεύγουμε τις ερωτήσεις ανοιχτού τύπου, εκτός εάν ρωτάμε κάτι συγκεκριμένου περιεχομένου. Για παράδειγμα, εάν γνωρίζουμε ότι χθες ήταν τα γενέθλιά του παιδιού, αλλά δεν ξέρουμε τι έκανε, κρατάμε υπόψη μας τα εξής:
1. Ανοιχτή ερώτηση, όπως: «Τι έκανες για τα γενέθλιά σου;». Οι ανοιχτές ερωτήσεις μπορεί να οδηγήσουν το παιδί να δώσει μια απάντηση που μπορεί να δυσκολευτείτε να ακολουθήστε…
2. Ερώτηση «Ναι/ Όχι», όπως: «Πέρασες όμορφα στα γενέθλιά σου;». Οι ερωτήσεις «Ναι/ Όχι» είναι βοηθητικές, ωστόσο ενισχύουν μονολεκτικές απαντήσεις…
3. Ερώτηση επιλογής, όπως: «Μείνατε στο σπίτι για τα γενέθλιά σου ή πήγατε κάπου αλλού;» Κάνοντας μια ερώτηση επιλογής, ελπίζουμε ότι το παιδί θα απαντήσει επιλέγοντας μία από τις δύο προτάσεις. Στη συνέχεια το παιδί μπορεί να αρχίσει να μιλάει πιο ελεύθερα. Σε αυτή την περίπτωση επιχειρούμε ερωτήσεις «ναι/ όχι» και επιλογής, όπως στο παρακάτω παράδειγμα.
«Για να μαντέψω!». Στα παιδιά αρέσουν τέτοιου είδους παιχνίδια. Καλό είναι να χρησιμοποιούμε αυτή τη στρατηγική όταν δυσκολευόμαστε πραγματικά, όπως με παιδάκια που δεν γνωρίζουμε καλά ή έχουν πάρα πολύ δυσκατάληπτη ομιλία. Αναλαμβάνουμε το ρόλο του ομιλητή, προσπαθώντας να εκμαιεύσουμε απαντήσεις λέξεων ή φράσεων. Ξεκινάμε με μια ερώτηση επιλογής.
Εγώ: – Έμεινες σπίτι ή βγήκες για τα γενέθλιά σου;
Παιδί: – Έηνα ι-ι.
Εγώ: – Α, έμεινες σπίτι! Μια στιγμή να δω αν μπορώ να μαντέψω τι έκανες. Μμμ… Μήπως έφαγες τούρτα;
Παιδί: – Ναι!
Εγώ: – Για να δω εάν μπορώ να μαντέψω περισσότερα! Πήρες δώρα;
Παιδί: – Ναι!
Και ούτω καθεξής…
Σε γενικές γραμμές θυμόμαστε να:
- Μιλάμε πιο αργά και ενθαρρύνουμε τα παιδιά να κάνουν το ίδιο.
- Βεβαιωνόμαστε ότι το στόμα και το πρόσωπό μας είναι ορατά όταν μιλάμε με το παιδί (π.χ., δεν του μιλάμε με γυρισμένη την πλάτη) και χαμηλώνουμε στο ύψος του όταν χρειάζεται.
- Ανταποκρινόμαστε και με διασκεδαστικό τρόπο ή θετικό χιούμορ. «Ωχ! Ξέχασα να βάλω μπρος Τα αυτιά μου! Για μια στιγμή! Βρουμ-βρουμ! Α, τώρα μάλιστα. Μπορώ να σε ακούσω καλύτερα!».
Δίνουμε χρόνο στον εαυτό μας ώστε να επεξεργαστεί αυτές τις πληροφορίες αλλά και χρόνο να τις εφαρμόσει. Συνήθως χρειάζονται έξι περίπου εβδομάδες για να ακολουθήσουμε με άνεση νέες συστάσεις. Ελπίζω να σας φανούν χρήσιμες.
Απρίλιος 2022
Νόρα Τσουκαλά